Με αφορμή τις 200 διαθεσιμότητες στη «Χαλυβουργική» και τις εξελίξεις στις άλλες επιχειρήσεις του κλάδου, προκύπτουν ζητήματα που είτε αποσιωπούνται, είτε διαστρεβλώνονται από τους εργοδότες και τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες στα επιχειρησιακά σωματεία και στην πλειοψηφία της ΠΟΕΜ. Ολοι αυτοί υιοθετούν το αίτημα των βιομηχάνων για μείωση του κόστους της Ενέργειας, με το επιχείρημα ότι έτσι θα γίνουν ανταγωνιστικές οι ελληνικές χαλυβουργίες και θα σωθούν τάχα οι θέσεις εργασίας.
Το συγκεκριμένο ιδεολόγημα είναι πέρα για πέρα πλαστό. Οι απολύσεις, οι διαθεσιμότητες και άλλες αντεργατικές ανατροπές στον κλάδο είναι συνέπεια της καπιταλιστικής κρίσης και γίνονται στο πλαίσιο της προσπάθειας της εργοδοσίας να τη διαχειριστεί προς όφελός της και σε βάρος των εργαζομένων. Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν μπορεί να εγγυηθεί τις θέσεις εργασίας, ούτε σε ανάπτυξη, ούτε πολύ περισσότερο σε κρίση, ανεξάρτητα από το πόσες θυσίες θα δεχτούν να κάνουν οι εργαζόμενοι.
Η ίδια η «Χαλυβουργική» αναφέρει στην ανακοίνωσή της για τις διαθεσιμότητες ότι από το 2008 μέχρι σήμερα«η ζήτηση προϊόντων χάλυβα στην Ελλάδα έχει μειωθεί δραματικά. Συγκεκριμένα από 2.500.000 τόνους ετησίως προ κρίσης, η ζήτηση έχει καταβαραθρωθεί στο επίπεδο των 300.000 τόνων, ήτοι οκτώ φορές λιγότερο. Αντίστοιχα μειώνονται η παραγωγή των προϊόντων της εταιρείας, οι πωλήσεις και ο τζίρος της, ενώ οι ζημιές έχουν αυξηθεί και ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα η εξαγωγική δραστηριότητα καθίσταται ολοένα και πιο ζημιογόνος, εξαιτίας πολλών παραγόντων, ιδιαίτερα δε λόγω του ενεργειακού κόστους».